Λεξικό αρχαιολογικών, περιβαλλοντικών όρων : με σύντομη ιστορία της αρχαιολογίας : αγγλοελληνικο, ελληνοαγγλικό, ερμηνευτικό
Η Περιβαλλοντική Αρχαιολογία αποτελεί σχετικά νέο κλάδο που έχει ως αντικείμενό του την ανασύσταση των παλαιοπεριβαλλόντων στα οποία έζησε και έδρασε ο άνθρωπος. Πεδίο έρευνας είναι το οικοσύστημα και γενικότερα ο χώρος όπου βιοτικοί και αβιοτικοί παράγοντες βρίσκονται σε συνεχή αλληλεπίδραση μεταξύ...
Αποθηκεύτηκε σε:
Príomhúdar: | Καραλή, Λίλιαν (Údar) |
---|---|
Formáid: | Leabhar |
Teanga: | Greek |
Foilsithe: |
Αθήνα :
Ελληνικά Γράμματα,
1998
|
Eagrán: | 2η έκδ., βελτ. |
Ábhair: |
Míreanna Comhchosúla
-
Ερμηνευτικό λεξικό ψυχιατρικών όρων : αγγλοελληνικό, ελληνοαγγλικό /
le: Μάνος, Νικόλαος Εμμ.
Foilsithe: (1992) -
Λεξικό οικονομικών όρων : αγγλοελληνικό και ελληνοαγγλικό
Foilsithe: (1998) -
Λεξικό επιστημονικών και τεχνικών όρων : αγγλοελληνικό /
le: Σιαρένου, Ευθυμία Μιλτ., κ.ά. -
Λεξικό επιστημονικών και τεχνικών όρων : ελληνοαγγλικό /
le: Σιαρένου, Ευθυμία Μιλτ., κ.ά. -
Ερμηνευτικόν λεξικόν αρχαιολογικών στρατιωτικών όρων
Foilsithe: (1972)